- Δίων
- I
Μυθολογικό πρόσωπο, βασιλιάς της Λακεδαίμονας. Σύμφωνα με τη μυθολογία είχε τρεις κόρες, την Όρφη, τη Λυκώ και την Καρύα, προικισμένες με μαντικές ικανότητες. Επειδή όμως έπεσαν στη δυσμένεια του Βάκχου, μεταμορφώθηκαν οι δύο πρώτες σε βράχους του Ταϋγέτου και η τρίτη στο δέντρο της καρυδιάς.IIΌνομα ιστορικών προσώπων της αρχαιότητας.1. Δ. ο Συρακούσιος (409 – 354 π.Χ.). Άρχοντας των Συρακουσών. Υπήρξε θερμός οπαδός και θαυμαστής του Πλάτωνα. Από τη θέση του συμβούλου του Διονυσίου Α’ και του γιου του Διονυσίου Β’ προσπάθησε να μυήσει τους δύο τυράννους, και ιδιαίτερα τον δεύτερο, στη γοητεία της πλατωνικής φιλοσοφίας και να επηρεάσει με αυτή την πολιτική τους συμπεριφορά. Επειδή όμως ο Διονύσιος Β’ δεν συμμερίστηκε τις προσπάθειές του και διέβλεψε ανατρεπτικές προθέσεις στον συνεργάτη του, ο Δ. αναγκάστηκε να καταφύγει στην Αθήνα. Επέστρεψε στις Συρακούσες επικεφαλής των δυσαρεστημένων εναντίον του τυράννου και κατόρθωσε να εκθρονίσει τον Διονύσιο Β’. Οι Συρακούσιοι ανακήρυξαν τον Δ. αρχηγό τους και δημοκρατικό άρχοντα της πόλης. Η εξουσία του, όμως, δεν διήρκεσε για μεγάλο διάστημα. Αρχικά ο Ηρακλείδης και αργότερα o Διονύσιος Β’ κατόρθωσαν να τον εκδιώξουν.2. Δ. ο Δίωνος ή Διονύσιος (1ος αι. μ.Χ.). Αλεξανδρινός λόγιος. Έζησε στην εποχή του Νέρωνα. Ήταν πατέρας του Διονυσίου του Περιηγητή, μαθητής του Χαρήμονα και δάσκαλος του γραμματικού Παρθένιου. Αναφέρεται ότι ήταν διευθυντής της βιβλιοθήκης στην Αλεξάνδρεια.3. Δ. ο Χρυσόστομος (Προύσα Βιθυνίας 40 – 114; μ.Χ.). Φιλόσοφος και ρήτορας. Υπήρξε από τις πιο αξιόλογες φυσιογνωμίες της δεύτερης σοφιστικής, φιλοσοφικού και ρητορικού ρεύματος που άκμασε από τον 2o έως τον 4o αι. μ.Χ. Επονομάστηκε Χρυσόστομος για την ευγλωττία του. Σε νεαρή ηλικία πήγε στη Ρώμη, όπου εξαιτίας της αντίθεσής του στην καταδίκη του φίλου του Φλάβιου Σαβίνου (82 μ.Χ.), ο αυτοκράτορας Δομιτιανός τον εξόρισε από την Ιταλία και του απαγόρευσε να επιστρέψει στην πατρίδα του. Από τότε έζησε ως περιπλανώμενος ρήτορας και Κυνικός φιλόσοφος ώσπου, μετά τον θάνατο του Δομιτιανού (97 μ.Χ.), επέστρεψε στην Προύσα, απ’ όπου απομακρύνθηκε γρήγορα για να ξαναρχίσει την ηθική διδασκαλία στις πόλεις της Ασίας. Ξαναγύρισε στη Ρώμη όπου έγινε Ρωμαίος πολίτης επί Τραϊανού, o οποίος τον τίμησε και τον περιέβαλε με την εύνοιά του. Από τους 80 λόγους του που διασώθηκαν, ορισμένοι που αφορούν τη σοφιστική ανήκουν στην πρώτη περίοδο της ζωής του. Στους λόγους αυτούς ο Δ. πραγματεύτηκε θέματα σχετικά με τη διαλεκτική, όπως στον Τρωικό, στον οποίο αποκαλύπτεται η αναλήθεια της ομηρικής παράδοσης γύρω από την κατάληψη της Τροίας. Σε άλλους λόγους, που διακρίνονταν πάντοτε από επιμελημένη λογοτεχνική επεξεργασία, πραγματεύτηκε πολιτικά και ηθικά θέματα, όπως στους τέσσερις Περί βασιλείας (Βιθυνιακούς), στους οποίους ο Δ. πρότεινε σε διάφορες πόλεις της Βιθυνίας να παραιτηθούν από τους αγώνες μεταξύ των πόλεων και των κοινωνικών τάξεων και να επιδιώξουν την εγγύηση της ρωμαϊκής ειρήνης. Περισσότερες και πιο αυθεντικές είναι οι διατριβές του γύρω από την κυνική φιλοσοφία. Στον Ολυμπιακό παρουσιάζεται ο Φειδίας ως εκφραστής της ιδέας της θεότητας και ως υποστηρικτής της ανωτερότητας της ποίησης έναντι των εικαστικών τεχνών. Στον Ευβοϊκό (που ονομάστηκε και Κυνηγός) εκθειάζεται η απλή ζωή της υπαίθρου σε αντιπαράθεση με την επιτηδευμένη λεπτότητα της πόλης. Ο Δ. ήταν ένας πολυμαθής σοφιστής. Το έργο του παρουσιάζει μεγαλύτερο ενδιαφέρον ως πηγή πληροφοριών σχετικά με τις διάφορες τάσεις στην ελληνιστική παιδεία της εποχής του, παρά για τη δύναμη της σκέψης και της τέχνης του. Ως προς το ύφος, ο Δ. ήταν αττικιστής με πρότυπό του τον Ξενοφώντα.4. Δ. ο Κάσιος (Νίκαια Βιθυνίας περ. 155 – περ. 235 μ.Χ.). Ιστορικός. Καταγόταν από οικογένεια ευγενών της Βιθυνίας, στην οποία ανήκε και ο Δ. o Χρυσόστομος (βλ. 3.). Ήταν γιος του συγκλητικού Κάσιου Απρονιανού, αξιωματούχου της αυτοκρατορίας. Ο Δ. ανατράφηκε στη Ρώμη και υπήρξε φίλος του Σεπτίμιου Σεβήρου. Έφτασε, σε σύντομο χρονικό διάστημα, στα υψηλότερα αξιώματα και έγινε πραίτορας, ύπατος, ανθύπατος της Αφρικής και κυβερνήτης της Δαλματίας και της άνω Πανονίας και αργότερα πρώτος ύπατος μαζί με τον Αλέξανδρο Σεβήρο. Η Ρωμαϊκή ιστορία του ήταν ένα εκτενές έργο σε 80 βιβλία, χωρισμένα σε δεκάδες, που εξιστορούσε την περίοδο από την άφιξη του Αινεία στην Ιταλία έως το 229, έτος που ο Δ. διετέλεσε για δεύτερη φορά ύπατος. Από το έργο αυτό διασώθηκαν 25 βιβλία, που αναφέρονται στην περίοδο από το 69 π.Χ. έως το 47 μ.Χ. και τμήματα των βιβλίων 78 και 79 (216-219 μ.Χ.), ανθολογημένα σε βυζαντινές ανθολογίες. Εκτός αυτών, υπάρχουν και οι επιτομές του έργου του που συνέταξαν ο Ιωάννης Ξιφιλίνος τον 11ο και o Ιωάννης Ζωναράς τον 12ο αι. Για τη συγγραφή αυτού του έργου, του οποίου προηγήθηκε ένα μικρό σύγγραμμα γύρω από τα υπερφυσικά σημεία που παρατηρήθηκαν στις αρχές της αυτοκρατορίας του Σεπτίμιου Σεβήρου και μια σύντομη ιστορία των γεγονότων μετά τον θάνατο του Κόμμοδου (193-197), o Δ. αφιέρωσε δέκα χρόνια (από το 198) για τη συλλογή του υλικού και δώδεκα για τη σύνταξη της ιστορίας του. Στα τελευταία χρόνια της ζωής του στη Βιθυνία αναθεώρησε και συμπλήρωσε το έργο και το χώρισε σε 80 βιβλία, ακολουθώντας χρονολογική σειρά. Ο Δ. χρησιμοποίησε ως πηγές μάλλον τα έργα του Λίβιου και του Τάκιτου και από το 180 (όταν πέθανε o Μάρκος Αυρήλιος) βασίστηκε, όπως o ίδιος μας πληροφορεί, στις προσωπικές αναμνήσεις του. Ο Δ. υπήρξε ευσυνείδητος ιστορικός, αλλά χωρίς ιδιαίτερο βάθος. Ορισμένες φορές εξέφραζε πίστη στις δεισιδαιμονίες και στα όνειρα, ενώ παράλληλα είχε ως πρότυπο τον Θουκυδίδη και προσπαθούσε να τον μιμηθεί. Ως ιστορικό υλικό χρησιμοποίησε τις δημηγορίες και τα δημόσια έγγραφα, που όμως δεν ανταποκρίνονται πάντα σε πραγματικά γεγονότα.
Dictionary of Greek. 2013.